ON Residence
H νέα εποχή του Όλυμπος Νάουσα αντανακλά τη θρυλική ιστορία του παρελθόντος
To 1926, ο Γάλλος αρχιτέκτονας Jacques Mosse, οραματίστηκε έναν πολυτελή χώρο που θα «πάντρευε» νεοκλασικά στοιχεία με την belle époque. Έναν χρόνο μετά, βασισμένο στα δικά του σχέδια, σε ένα κτίριο στα παράλια της Θεσσαλονίκης, ξεκίνησε να λειτουργεί το εστιατόριο Όλυμπος Νάουσα – ένα σημείο που, ως το 1994, αποτελούσε σημείο συνάντησης επισκεπτών από ολόκληρο τον κόσμο και συνδέθηκε άρρηκτα με την αστική ιστορία της συμπρωτεύουσας.
Την περασμένη άνοιξη, στα τέλη του Απρίλη 2022, το Όλυμπος Νάουσσα ξαναγεννήθηκε – ως ΟΝ Residence, αυτήν τη φορά, με ένα πολυτελές ξενοδοχείο 60 δωματίων. Κι αναδείχθηκε ως ο απόλυτος προορισμός φιλοξενίας στη Θεσσαλονίκη, θυμίζοντας σε όλους, παράλληλα, ποιος είναι ο ορισμός της υψηλής γαστρονομίας.
Το Όλυμπος Νάουσα λειτούργησε για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες και η ιστορία του δε θα μπορούσε παρά να είναι καθηλωτική. Στην Κατοχή, μετατράπηκε σε καμπαρέ έπειτα από κατάληψη των Γερμανών. Αργότερα, έγινε στέκι της υψηλής κοινωνίας – καλλιτέχνες, πολιτικοί και επώνυμοι, απολάμβαναν τόσο τα πιάτα, όσο και την ατμόσφαιρα.
Το μεγάλο πλήγμα ήρθε με τον σεισμό του ’78, ενώ η λάμψη του άρχισε να χάνεται τη δεκαετία του ’80, καθώς νόμος το ανάγκαζε να λειτουργεί αποκλειστικά από Δευτέρα έως Παρασκευή. Κι όμως, μέχρι το κλείσιμό του, παρέμεινε σταθερά ψηλά στις προτιμήσεις όσων αναζητούσαν ποιοτικά πιάτα. Πώς να μην παραμείνει, άλλωστε; Ήδη, από το 1993, είχε αναγνωριστεί ως μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το νέο κεφάλαιο του
Όλυμπος Νάουσα
Η ιστορία του Όλυμπος Νάουσα δεν τελείωσε το ’94. Το 2017, ο Όμιλος TOR Hotel, σε συνεργασία με την Grivalia Hospitality, αγόρασε το κτίριο και το μετέφερε στη νέα εποχή, αυτή του ΟΝ Residence – πάντα με σεβασμό στην αρχιτεκτονική του κληρονομιά.
Τη διακόσμηση ανέλαβε η interior designer Fabienne Spahn που, όπως έχει δηλώσει, μπαίνοντας στον χώρο ένιωσε λες και βρισκόταν στο σπίτι της Ωραίας Κοιμωμένης.
Προσπάθησε να επαναφέρει στη ζωή την ατμόσφαιρα του ιστορικού Όλυμπος Νάουσα, με έναν τρόπο που η ίδια περιγράφει ως «neo-art deco». Η λάμψη του παρελθόντος αντανακλούσε στον χώρο, η ίδια «άκουγε» τα δείπνα του παρελθόντος και στον νου της, υπήρχε διαρκώς η λέξη σεβασμός.
Η Fabienne αποφάσισε να αφήσει τον χώρο να «μιλήσει» από μόνος του, ενισχύοντάς τον μόνο με μία κομψή, κλασική ταπετσαρία. Τα έπιπλα επιλέχθηκαν προσεκτικά, ώστε να είναι ταυτόχρονα σύγχρονα και διαχρονικά, συμπληρώνοντας το ένα το άλλο και προσφέροντας μία γενική αίσθηση αρμονίας.
Αυτό που ήθελε, ήταν να δώσει μία αίσθηση ηρεμίας, καθώς η υπέροχη θέα της θάλασσας μπαίνει με τον τρόπο της στα δωμάτια και να γίνει ένα με αυτά. Κι εσύ, να νιώθεις ότι χάνεσαι χρόνο, ότι επιπλέεις στο νερό.
Όσο για τις σουίτες, διακοσμήθηκαν με πιο μοντέρνο τρόπο, αλλά με μεγάλη προσοχή στη λεπτομέρεια – όπως το βελούδο στους καναπέδες. Και, φυσικά, δε λείπουν οι διάσημες πολυθρόνες που σχεδίασε ο Gio Ponti, το 1953.
Το πιο απαιτητικό κομμάτι του project, ήταν το μπαρ. Cosy και ρετρό, με φωτισμό που δημιουργήθηκε από δύο Γάλλους καλλιτέχνες, μπιστρό καρέκλες κι εντυπωσιακούς καθρέφτες, θυμίζει κάτι από Παρίσι.
Στόχος της Fabienne Spahn δεν ήταν να δημιουργήσει ένα αντίγραφο της αλλοτινής αίγλης, αλλά να γεννήσει κάτι εντελώς καινούργιο, μέσα από εκείνη.
Κι όπως φαίνεται, τα κατάφερε